.

.

Τετάρτη 26 Ιουνίου 2013

Λαογραφία: Παραδοσιακά Επαγγέλματα, γράφει ο Χρήστος Ζτάλιος.

                                                      
                        ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ
                                                                                                                              (Μνήμες από Ζάλοβο)
     Μερικές οικείες μορφές και φωνές πού μοιράζονταν την ζωή μαζί μας εξαφανίστηκαν. Μικροπωλητές που γύριζαν στα χωριά μας διαλαλώντας τα εμπορεύματά τους χάθηκαν για πάντα. Και μπορεί η επινοητικότητα του ανθρώπου να αντικατέστησε την <<παροχή υπηρεσιών>> τους με κάτι άλλο, πιό σύγχρονο, αλλά δεν μπόρεσε όμως να αντικαταστήσει την επαφή μαζί τους, την ανθρώπινη ζεστασιά. Αυτοί οι μεροκαματιάρηδες που δούλευαν στο εργαστήρι του χρόνου φέροντας έξω από την πόρτα μας αγαθά με ένα μόνιμο χαμόγελο και με τις χαρακτηριστικές τους φωνές,παραμένουν γραφικοί και ανεπανάληπτοι στην μνήμη μας. Τότε τα αγαθά ήταν λίγα και τα περισσότερα αντικείμενα έπρεπε να επισκευάζονται και να ξαναχρησιμοποιούνται, όλα ήταν διαφορετικά, υπήρχε αγάπη όχι μόνο για το κάθε απόκτημα για τον κάτοχό του, αλλά και για την ίδια την εργασία. Κοινό σημείο των τεχνιτών και των μαστόρων μένει το καύχημα του χειροποίητου, η τρυφερότητα του χερισμού της πρώτης ύλης, η άφθονη υπομονή ή οι ατελείωτες ώρες και η διαρκής επίγνωση του αξίζει τον κόπο.

   ΔΕΡΜΑΤΕΜΠΟΡΑΣ : Αγόραζε δέρματα (τομάρια) από σφαγμένα ζώα. Στη συνέχεια τα καθάριζε, τα αλάτιζε με χοντρό αλάτι και μετά τα τέντωνε τοποθετώντας ενδιάμεσα ξύλα για να ξεραθούν και να μη σαπίσουν ή βρωμίσουν. Όταν συγκέντρωνε αρκετά τα πήγαινε στον μεγαλέμπορα, ο οποίος τα προωθούσε στα εργοστάσια επεξεργασίας δερμάτων τα Βυρσοδεψεία. Από τα ακατέργαστα δέρματα πολλά τα χρησιμοποιούσαν για μικρά χαλιά, άλλα τα έκαναν τύμπανα η νταϊρέδες, άλλα παπούτσια,τσαρούχια και αν ήταν από γουρούνια τα έλεγαν γουρνουτσάρχα. Στο Ζάλοβο Δερματέμπορας ήταν ο Μήτρος Βλάμης καί ο Γιάννης Β.Γκατζήμας.
  
     AΓΩΓΙΑΤΗΣ : Ο Αγωγιάτης ήταν επάγγελμα που συναντιόταν πολύ παλιά στα χωριά μας λόγω των μεγάλων αποστάσεων μεταξύ των οικισμών. Η μετακίνηση των ανθρώπων και η διακίνηση των προϊόντων με ζώα ήταν ο κυρίαρχος τρόπος μεταφοράς μέχρι την δεκαετία του 50. Ο Αγωγιάτης είναι ο πρόδρομος των αυτοκινηστών. Πραγματοποιούσαν επί πληρωμή ιδιωτικές μεταφορές εμπορευμάτων, διακινούσαν ταξιδιώτες, ιδιώτες γιατρούς για επίσκεψη σε ασθενείς, κρατικούς λειτουργούς γιά την εκτέλεση υπηρεσίας και αυτό μέχρι τήν δεκαετία του 50, που δεν υπήρχαν μεταφορικά μέσα, ενώ η έλλειψη δρόμων εμπόδιζε τις μεγάλες μετακινήσεις. Η αμοιβή του Αγωγιάτη ήταν σχετικά καλή για κείνα τα χρόνια, όμως η δουλειά ήταν δύσκολη και εξαντλητική.        Στούς Αγωγιάτες συγκαταλέγονται και οι Κυρατζήδες, οι οποίοι φόρτωναν δικό τους εμπόρευμα και το μετέφεραν σε άλλες περιοχές προς πώληση. Στο Ζάλοβο υπήρχαν αρκετοί Κυρατζήδες οι οποίοι μετέφεραν κρασί κυρίως σε χωριά του Βοΐου, και επέστρεφαν πολλές φορές με κάστανα. Ένας από αυτούς που πρόλαβα εγώ ήταν ο Γιάννης Τζιώρας.
  
   ΣΑΜΑΡΑΣ : Ο Σαμαράς κατασκεύαζε τον απαραίτητο εξοπλισμό που απαιτούνταν για να προσφέρει το ζώο τις υπηρεσίες του στο αφεντικό του. Το πρώτο από αυτά ήταν το σαμάρι που κατασκεύαζε από επεξεργασμένα σανίδια πλάτανου,  το σκάλιζε και του έδινε σχήμα ανάλογο με το σώμα του ζώου. Στις αγροτικές εργασίες και γενικότερα στις καθημερινές δραστηριότητες το σαμάρι των ζώων ήταν απλά με ξύλινο σκελετό και εσωτερικά είχε επένδυση από αρνόμαλλο. Έπαιρνε για αυτό μέτρα από το ζώο και αφού έκανε τον σκελετό, κατασκεύαζε με σαμαροσκούτι ένα σάκκο γεμάτο άχυρα, πού το τοποθετούσε στο κάτω μέρος του σαμαριού για να μην πληγώνεται το ζώο. Το σαμάρι στερεωνόταν στην πλάτη του ζώου με λουρίδες από σκληρό και χοντρό δέρμα, που έραβε με την σαμαροβελόνα σ΄αυτό. Οι λουρίδες άρχιζαν από το σαμάρι, πήγαιναν στην περιφέρεια του ζώου και έσμιγαν ξανά στην άλλη άκρη του σαμαριού. Η κατοζώστρα ή σφίκτρα έζωνε το σαμάρι κάτω από την κοιλιά. Ακόμα έφτιαναν και το καπίστρι από δερμάτινες λουρίδες που προσαρμόζονταν στο κεφάλι του ζώου για να κρατάει το σχοινί, που το έσερνε ο ιδιοκτήτης του.
     ΠΕΤΑΛΩΤΗΣ : Τα πέταλα ήταν κάτι σιδερένια παπούτσια που τα τοποθετούσαν στις οπλές των μουλαριών και γαϊδουριών, για να μη φθαρούν και για να διατηρούν τα ζώα την ευστάθεια τους κατά τις μεταφορές και για να μη γλιστράνε, αφού μέχρι την Δεκαετία του 50 όλες οι μετακινήσεις γίνονταν με ζώα. Το πετάλωμα ή καλίγωμα από τον αυτοδίδακτο πεταλωτή γίνονταν κάθε έξη μήνες. Έδενε το ζώο και με την τανάλια έβγαζε τα παλιά πέταλα, έκοβε με το μαχαίρι το νύχι που περίσσευε και το καθάριζε. Ζέσταινε τα πέταλα και τα κάρφωνε προσεκτικά ώστε το καρφί να μπεί στο ξερό μέρος του ποδιού για να μην πληγωθεί το ζώο. Τα καρφιά αυτά είχαν μεγάλο κεφάλι,έτσι ώστε να προεξέχουν από την πατούσα του ζώου για να μην γλιστράει. Τα πέταλα ήταν από σίδερο και σε διάφορα μεγέθη· το πετάλωμα γινότανε και στα τέσσερα πόδια του ζώου.
  
TΣΑΓΚΑΡΗΣ : Σήμερα όταν λέμα τσαγκάρης, ενοούμε τον τεχνίτη που επιδιορθώνει τα παπούτσια. Παλαιότερα όμως ο Τσαγκάρης τα έφτιαχνε ο ίδιος από την αρχή μετά από παραγγελίες. Η κατασκευή ήταν χειροποίητη, αφού τα πάντα ήταν ραφτά ή καρφωτά. Έπαιρναν την στάμπα του πέλματος του πελάτη, έφτιαχναν πρώτα το πάνω μέρος και ύστερα έκοβαν την σόλα. Χρησιμοποιούσαν λεπίδια, φαλτσέτες, σουβλιά,  βελόνες,κερωμένους σπάγκους σφυριά και κυρίως καλαπόδια. Για να κρατήσουν περισσότερο οι σόλες έβαζαν μικρά πεταλάκια και καρφιά. Παλιά τσαρούχια φορούσαν και οι άνδρες  και οι γυναίκες, που τα αγόραζαν και μερικές φορές τα έφτιαχναν και μόνοι τους, όπως ήταν τα γουρνοτσάρχα. Ο πιό μεγάλος κίνδυνος για τα γουρνοτσάρχα ήταν τα  σκυλιά. Όταν τα έβρισκαν έξω από εξώπορτα τα άλλαζαν τον αδόξαστο. Στο Ζάλοβο ερχόταν κατά διαστήματα ο Μήτσιος ο Τσαγκάρης, ο οποίος έστηνε το εργαστήριο του κοντά στο καμπαναριό. Καί εμείς παιδιά τότε του κουβαλούσαμε νερό από τον Γκέλμπις για ένα πενηντόλεπτο.
  
ΧΤΙΣΤΗΣ : Οι χτίστες κατασκεύαζαν τις λιθοδομές με συνδετική ύλη την λάσπη. Τό συνεργείο που αναλάμβανε μία εργασία, συγκέντρωνε διαφόρων ειδών τεχνίτες και είχε συγκεκριμένη ιεραρχική οργάνωση. Ο πρωτομάστορας που είχε το μεγαλύτερο κύρος και εμπειρία λεγόταν κάλφας και οι βοηθοί του χτίστες. Οι χτίστες κατασκεύαζαν τα σπίτια από τα θεμέλια μέχρι την στέγη βάσει της εμπειρίας του πρωτομάστορα, ο οποίος είχε και την συνολική ευθύνη του έργου και αναλάμβανε και τον ρόλο του πολιτικού μηαχανικού και αρχιτέκτονα. Οι χτίστες ακόμη έκαναν μερεμέτια επισκεύαζαν παλιά σπίτια και αν χρειαζόταν έκαναν και τον μαραγκό. Στους χτίστες υπάγονται και αυτοί που πελεκούσαν τις πέτρες (πελεκάνοι)και έκαναν τις καμαρόπετρες, τις μυλόπετρες και τα πελέκια για τις πόρτες και τα παράθυρα.   Επίσης οι ίδιοι έκαναν και τα καμπαναριά που απαιτούσαν μεγάλη αντίληψη και τεχνική. Στό Ζάλοβο χτίστες από τους παλιούς ήταν ο Μήτρος Νούσιας (Μπρουζκόλης) και ο Χρήστος Τσαμέτης και αργότερα ο Νίκος Γιάκος Αντώνης Πούλιος και ο Γιάννης Τσαμέτης.
                                                                                                   Χρήστος Ζτάλιος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου