Πάντα όταν πηγαίνω στο χωριό, χαίρομαι να συζητάω με τους
μεγαλύτερους σε ηλικία. Απ΄ αυτούς όλο
καί θα ακούσω κάποια ξεχασμένη λέξη, απ' αυτές που χρησιμοποιούσαμε στην
δεκαετία του 60, πράγμα που με κάνει να νοσταλγώ τα χρόνια εκείνα. Από τις λέξεις
αυτές θα προσπαθήσω να αναφέρω όσες θυμάμαι.
Α.......
Αγρουτζιόμπανους : Άγριος βοσκός - ακοινώνητος άνθρωπος
Αγρουτζιόμπανους : Άγριος βοσκός - ακοινώνητος άνθρωπος
Αδράχτι : ξύλινη ράβδος γιά γνέσιμο
Αντάμα : μαζί
Ανάρια : αραιά
Αράδα : σειρά
Αργαλειός : εργαλείο ύφανσης
Αρίδα : τρυπάνι ή τό καλάμι τού ποδιού
Αυγατίζoυ : αυξάνω
Αφικρίς : προσπάθησε νά ακούσεις
Αϊστόσια : ξέχασα
Απόστασα : Κουράσκα.
Απόστασα : Κουράσκα.
Αρίτσιους : σκαντζόχοιρος
Αξιάλα : μεγάλη ξύλινη βέργα γιά τίναγμα καρυδιάς.
Απουπχάτ : από κάτω
Αχμάκης : Άχρηστος
Αρχότ: Δροσιά
Αλ'χτώ : Γαυγίζω.
Αντέτ : Έθιμο.
Αντράλα : Ζαλάδα.
Aνάγκασει : Κάνε γρήγορα
Ασκιένουμι : Αηδιάζω
Αντζιάκ : Ακριβώς
Ανασκιρνώ : τακτοποιώ
Απαντουχή : Προσδοκία
Αντραδέρφη : κουνιάδα
Αρνίτια : κότες
Αρχότ: Δροσιά
Αλ'χτώ : Γαυγίζω.
Αντέτ : Έθιμο.
Αντράλα : Ζαλάδα.
Aνάγκασει : Κάνε γρήγορα
Ασκιένουμι : Αηδιάζω
Αντζιάκ : Ακριβώς
Ανασκιρνώ : τακτοποιώ
Απαντουχή : Προσδοκία
Αντραδέρφη : κουνιάδα
Αρνίτια : κότες
Β......
Βάϊα : τό φυτό Δάφνη
Βαλάν : Βελανίδι
Βαλάν : Βελανίδι
Βιρισές : πίστωση
Βάϊσα : έγειρα ή κοιμήθηκα
Βαζούρα : βοή
Βιρός : ήσυχο μέρος ποταμού κατάλληλο γιά κολύμπι
Βάτρα : το εσωτερικό του τζακιού
Βιτούλ : κατσίκι ενός έτους
Βίτσα : Λεπτή βέργα.
Βουτάν : βότανο
Βιλέντζα : φλοκάτη
Βιρβέρξα : Πόνεσα πολύ
Βιτούλ : κατσίκι ενός έτους
Βίτσα : Λεπτή βέργα.
Βουτάν : βότανο
Βιλέντζα : φλοκάτη
Βιρβέρξα : Πόνεσα πολύ
Γ......
Γάρους : αλμύρα γιά τυρί ή τουρσί
Γκαβάδ : τυφλό
Γκιζιρώ : τριγυρνώ
Γκιουρντάν : περιδέραιο λαιμού
Γκουργκόλα : μεγάλη πέτρα
Γάρους : αλμύρα γιά τυρί ή τουρσί
Γκαβάδ : τυφλό
Γκιζιρώ : τριγυρνώ
Γκιουρντάν : περιδέραιο λαιμού
Γκουργκόλα : μεγάλη πέτρα
Γριντιά : μεγάλο ξύλινο οριζόντιο δοκάρι
Γκέσα : όνομα θηλυκού μουλαριού.
Γκούβα : γούρνα
Γουρνουτσάρχα : τσαρούχια από δέρμα γουρουνιού
Γκλάρας : ψηλός καί ασουλούπωτος
Γκιόλ : μούσκεμα
Γαλίκι : ξύλινο κοφίνι κατάλληλο γιά τον τρύγο
Γκουμούλια : αυτά που δεν έλιωσαν ή γλυκό
Γρέντουμα : ξάπλωμα κατά γής
Γκιούμ : σκεύος γιά νερό
Γκαλγκούτσια : φορτώνομαι κάποιον στίς πλάτες
Γκόλιαβους : Γυμνός
Γκρισκλιάνγκους : Λαιμός κότας
Γλάς : μπουρί σόμπας
Γκόλιαβους : Γυμνός
Γκρισκλιάνγκους : Λαιμός κότας
Γλάς : μπουρί σόμπας
Δ.....
Διάτανους : διάολος
Δέουντα : τα πρέοντα χαιρετίσματα
Διάτανους : διάολος
Δέουντα : τα πρέοντα χαιρετίσματα
Δαυλί : αναμμένο ξύλο
Δικράνι : εργαλείο γεωργού (σάν πηρούνι)
Δραγάτης : Αγροφύλακας
Δουκιούμι : θυμάμαι
Δρασκλιά : Μέτρο μήκους που ισοδυναμεί με το άνοιγμα των ποδιών.
Δρασκλιά : Μέτρο μήκους που ισοδυναμεί με το άνοιγμα των ποδιών.
Ε.....
(Ε) Ιπιτώρια : προηγουμένως
Ζ....
Ζακάτσα : Λύγισα στα γόνατα από βάρος
Ζαράλ : ζημιά
Ζουρλαίνω : τρελλαίνω
Ζακάτσα : Λύγισα στα γόνατα από βάρος
Ζαράλ : ζημιά
Ζουρλαίνω : τρελλαίνω
Ζτέκιρους : στύλος σέ αλώνι
Ζαγάρ : κυνεγητικό σκυλί
Ζλάπ : άγριο ζώo
Zβανάς : μικρό πριόνι
Zβανάς : μικρό πριόνι
Ζυγούρι : νεαρό αρνί
Ζιέβρα : κλαδιά - βλάστηση
Ζαβός : στριμμένος
Ζάβα :γυναικεία καρφίτσα
Ζιούζιανους : ή μεγάλη χρυσόμυγα
Ζκούριαβους : Σκουριασμένους
Ζαγκαλνιούμι : Κουνιέμαι συνέχεια.
Ζγκρουβάλ : Αυτό που δεν έχει λιώσει
Ζκούριαβους : Σκουριασμένους
Ζαγκαλνιούμι : Κουνιέμαι συνέχεια.
Ζγκρουβάλ : Αυτό που δεν έχει λιώσει
Θ.....
Θλήκ(ι) : κουμπότρυπα
Θλήκ(ι) : κουμπότρυπα
Θυμητκό : μνήμη
Θάρρουμ : Ίσως
Θάρρουμ : Ίσως
Ι.....
Ιλιάτς : πρακτικό φάρμακο
Ίσκιουμα : στοιχειό - φάντασμα
Ίνουρου : όνειρο
Ιλιάτς : πρακτικό φάρμακο
Ίσκιουμα : στοιχειό - φάντασμα
Ίνουρου : όνειρο
Ιψές : χθές βράδυ
Ίνγκλα : Το λουρί που στερεώνει το σαμάρι
Ίνγκλα : Το λουρί που στερεώνει το σαμάρι
Κ.....
Κακουρίζσκους : κακότυχος
Κακάβ : μικρό καζάνι
Κατσιό : καθησιό
Κιμπάπ : ψημένο κρέας σε σούβλα
Κουπάνα : σκάφη
Κουτώ : τολμώ
Κρένου : μιλώ
Κουριμός : ας είναι, συγχώρεση
Κουσιός : τρέξιμο
Κουμάσ : κοτέτσι
Κλουσαριά : Κότα που κλωσά αυγά
Κακουρίζσκους : κακότυχος
Κακάβ : μικρό καζάνι
Κατσιό : καθησιό
Κιμπάπ : ψημένο κρέας σε σούβλα
Κουπάνα : σκάφη
Κουτώ : τολμώ
Κρένου : μιλώ
Κουριμός : ας είναι, συγχώρεση
Κουσιός : τρέξιμο
Κουμάσ : κοτέτσι
Κλουσαριά : Κότα που κλωσά αυγά
Κρυότ : κρύο, δροσερός καιρός
Κλειδοπίνακου : ξύλινο τάπερ
Καντάρι : ζυγαριά
Καπίστρι : χαλινάρι
Κιλίμι : χαλί
Κλιματσίδα : κληματαριά
Κουσιά : εργαλείο γιά κόψιμο χόρτων
Κουρκούτ : φαγητό μέ αλεύρι (χυλός)
Κούτσκου : μικρό παιδί
Κλαδομάχαιρου : εργαλείο αγρότη,οδοντωτός σουγιάς
Κατώι : υπόγειο
Κουκόσιες : καρύδια
Κουσιέβου : τρέχω
Κουρδέλια : παπούτσια
Κατασάρ : μαλλινη εσωτερική φανέλλα
Κουρτσουκόπανος : το αγόρι που κάνει παρέα με κορίτσια
Κριμαστό : αλλουμινένιο σκεύος μεταφοράς φαγητού στο αμπέλι
Κυπρί : κουδούνι
Κουρδάλα : υπαίθριο μαντρί με ξύλινο φράχτη
Κλούτσα : Βελόνα πλεξίματος ή Ραβδί τσοπάνη
Κτσιούν : Μικρό γουρούνι
Κρικέλα : Σιδερένιος κρίκος
Καϊπιώνου : Κρύβω
Κατσιά : Καθησιά συνήθως σε χορό
Καταή : Κάτω στο χώμα
Κινώνου : Γεμίζω πιάτο με φαγητό
Κλιουπουτώ : Ανακινώ έντονα
Κούτκα : Το πίσω μέρος του κεφαλιού
Κλούτσα : Βελόνα πλεξίματος ή Ραβδί τσοπάνη
Κτσιούν : Μικρό γουρούνι
Κρικέλα : Σιδερένιος κρίκος
Καϊπιώνου : Κρύβω
Κατσιά : Καθησιά συνήθως σε χορό
Καταή : Κάτω στο χώμα
Κινώνου : Γεμίζω πιάτο με φαγητό
Κλιουπουτώ : Ανακινώ έντονα
Κούτκα : Το πίσω μέρος του κεφαλιού
Λ.......
Λαγγίτα : είδος λουκουμά
Λάϊους : Μαύρος
Λαγγίτα : είδος λουκουμά
Λάϊους : Μαύρος
Λέλι λέλι : επιφώνημα πόνου
Λούρα : μεγάλη ξύλινη βέργα
Λίγδα : το λίπος του γουρουνιού
Λιπασιά : λιπαρό κρέας
Λιμόντουζου : χυμός λεμονιού σε κύβους
Λαφρουκάνταρου: Ανισόρροπος
Λιγγέρια : οικιακά
σκεύη
Λισιώθκα : καταγρατσουνίστηκα
Λιέν : λεκάνη
Λουν : λάσπη που φέρνει η βροχή
Λαβίζου : μιλώ
Λούζνα : ουλή
Λόζιους : μπέρδεμα - φασαρία
Λουν : λάσπη που φέρνει η βροχή
Λαβίζου : μιλώ
Λούζνα : ουλή
Λόζιους : μπέρδεμα - φασαρία
Μ.....
Μαλάθα : Καλάθι
Μαλιμάτ : καλόπιασμα
Μάξους : εύνοια-επίτηδες
Μασάλια : ψεύτικες ειδήσεις
Μιϊντάν : φανερό μέρος - πλατεία
Μόλτσα : σκώρος
Μουργκίζ : σουρουπώνει
Μπαΐρ : χέρσο χωράφι
Μπιλιντζίκια : βραχιόλια
Μπουγανίκια : Δώρα σε λεχώνα
Μπρούχαβος : Αφράτος - χαλαρός
Μσούρα : βαθύ πήλινο πιάτο
Μισάντρα : ντουλάπα
Μαλάθα : Καλάθι
Μαλιμάτ : καλόπιασμα
Μάξους : εύνοια-επίτηδες
Μασάλια : ψεύτικες ειδήσεις
Μιϊντάν : φανερό μέρος - πλατεία
Μόλτσα : σκώρος
Μουργκίζ : σουρουπώνει
Μπαΐρ : χέρσο χωράφι
Μπιλιντζίκια : βραχιόλια
Μπουγανίκια : Δώρα σε λεχώνα
Μπρούχαβος : Αφράτος - χαλαρός
Μσούρα : βαθύ πήλινο πιάτο
Μισάντρα : ντουλάπα
Μπρουζιάλα : πολλή ζέστη
Μαρτάρις : μανιτάρια
Μαρκάτ : γιαούρτι
Ματσούκα : ξύλινο ραβδί γιά κόλλιντρα
Μπαΐλτσα :κουράστηκα
Μπαΐρι : άγονο χωράφι
Μπίτσι : τελείωσε
Μπράσκα : χελώνα
Μουρόξνου: λίγο ξυνό
Μπάκακας : βάτραχος
Μσίρκου : Γαλοπούλα
Μισολάγγερους : Μισόχαζος
Μουτσιαλνώ :μασάω
Μπτζέρα :πέτσα κρέατος
Μπλιούρια : μπάρες από μισολιωμένια χιόνια
Μπίραβους : Ταλαίπωρος
Μαξούμ : Μικρό παιδί!
Μούτους : Αυτός που δεν μιλάει
Μόγκι : Μόνο
Μιά βουλά : Μία φορά
Μπίραβους : Ταλαίπωρος
Μαξούμ : Μικρό παιδί!
Μούτους : Αυτός που δεν μιλάει
Μόγκι : Μόνο
Μιά βουλά : Μία φορά
Ν.....
Νταϊάκ(ι) : στήριγμα
Νουφαλός : ο ομφαλός
Νταβάν : Αλογόμυγα
Νταλντώ : τολμώ
Νταϊάκ(ι) : στήριγμα
Νουφαλός : ο ομφαλός
Νταβάν : Αλογόμυγα
Νταλντώ : τολμώ
Ντίπ γιά ντίπ : τελείως μά τελείως
Ντβάρ : τοίχος ή ό αγράμματος
Νότσει του ντβάρ : Μουσκέφτηκε ο τοίχος
Νότσει του ντβάρ : Μουσκέφτηκε ο τοίχος
Ντούγκας : αυτός
πού δέν καταλαβαίνει
Νταμάρ : σόϊ,καταγωγή
Νόχτους : τοίχος στο κάτω μέρος του χωραφιού.
Ντρίμα : Ξερό κλαδί δέντρου χωρίς φύλλα
Νταϊακώνου : στηρίζω
Νόχτους : τοίχος στο κάτω μέρος του χωραφιού.
Ντρίμα : Ξερό κλαδί δέντρου χωρίς φύλλα
Νταϊακώνου : στηρίζω
Ξ......
Ξισιλόϊαστους : ανέμελος
Ξιπουλνιούμι : Βγάζω παπούτσια και κάλτσες
Ξινουμώ : Διώχνω
Ξισιλόϊαστους : ανέμελος
Ξιπουλνιούμι : Βγάζω παπούτσια και κάλτσες
Ξινουμώ : Διώχνω
Ξυλουπνάκας : κουτός
Ξλένιος : αυτός
πού δέν καταλαβαίνει εύκολα
Ξεπλέτσουτους : με ανοιχτό πουκάμισο
Ξίκ(ι) : Αποστροφή από κάτι ενοχλητικό
Ξυτλίχκα : Αηδίασα
Ξεπλέτσουτους : με ανοιχτό πουκάμισο
Ξίκ(ι) : Αποστροφή από κάτι ενοχλητικό
Ξυτλίχκα : Αηδίασα
Ο....
Ουδιέτς : σκέτο
Ουδιτώραϊα :τώρα αμέσως
Ουπχατνό : τό από κάτω
Ουπανό : τό επάνω
Ουπαντά : το ένα πάνω στο άλλο
Ουρσουζλίκια : Απρεπείς πράξεις
Ουπαντά : το ένα πάνω στο άλλο
Ουρσουζλίκια : Απρεπείς πράξεις
Ουρσούζκου : τό γρουσούζικο
Ουντίζω : Μοιάζω
Ουρμήνια : συμβουλή
ούγκσςς : Προσταγή σε γαϊδούρι γιά να σταματήσει
Ουντίζω : Μοιάζω
Ουρμήνια : συμβουλή
ούγκσςς : Προσταγή σε γαϊδούρι γιά να σταματήσει
Π.....
Πουνίδια : πόνοι
Παστρέβου : Καθαρίζω - τακτοποιώ
Πιρδίκα : πέρδικα
Πουδαίνουμι : φοράω κάλτσες και παπούτσια
Παστρέβου : Καθαρίζω - τακτοποιώ
Πιρδίκα : πέρδικα
Πουδαίνουμι : φοράω κάλτσες και παπούτσια
Παπάρα : Πρωϊνό,γάλα μέ κομμάτια ψωμιού
Πατσιαούρ : κομάτι παλιού υφάσματος
Πνάκ(ι) : οικιακό σκεύος
Πυρουστιά : μεταλλικός τρίποδας πού κρατάει τό καζάνι πάνω
από τήν φωτιά
Παφλέτς :Κονσερβοκούτι
Πλακίδα : νεαρή κότα
Πλαϊάζου : γέρνω γιά ύπνο
Πλαϊάζου : γέρνω γιά ύπνο
Πικίθι : δίπλα
Παπαδίτσις : Ποκ-Πορν
Πλόχειρου : Χούφτα ενός χεριού
Πριάκουνου : Λίμα
Πίπκα : μπρούμυτα
Παπαδίτσις : Ποκ-Πορν
Πλόχειρου : Χούφτα ενός χεριού
Πριάκουνου : Λίμα
Πίπκα : μπρούμυτα
Ρ....
Ριτσέλια : φέτες
κολοκύθας σέ πετιμέζι
Ρόπουτους : Θόρυβος
Ρουκώνουμι : μπαίνω κάπου
Ρόπουτους : Θόρυβος
Ρουκώνουμι : μπαίνω κάπου
Σ.....
Σαγλάμκου : σίγουρο - σταθερό
Σαρμάντζα : παιδική κούνια γιά ύπνο
Σαγλάμκου : σίγουρο - σταθερό
Σαρμάντζα : παιδική κούνια γιά ύπνο
Σιαπάν : πρός τά πάνω
Σιακάτ : πρό τά κάτω
Σάματ : μήπως
Σάϊζμα : Στρωσίδι από μαλλί τράγου.
Σάϊζμα : Στρωσίδι από μαλλί τράγου.
Σιαπέρα : πρός τά πέρα
Σοφράς : χαμηλό τραπέζι
Στλιάρ : ξύλινο χοντρό ραβδί ή καί ο αγράμματος
Σχαρίκια : ευχάριστα μηνύματα
Σκαπιτώ : καταπίνω
Σιάβαρου : σκουπίδι
Σκλαντήθρα : σπίθα
Σουρβάλα : ορμητικό μέρος ποταμού
Σιουπιτούρα : Ο σωλήνας πού προεξέχει από παροδοσιακή βρύση
Σιάλτς : Πολύ αλμυρό.
Σκιόριμα : Άσχημος άνθρωπος
Σφαϊό : έντονος πόνος στην κοιλιά
Σκανιάζου : Στεναχωριέμαι
Σουρλουτό: Αυτό που έχει σχήμα αυγού
Σιλντές : Στρώμα κρεββατιού
Σκλίδα : μούσκεμα
Σουγκάρ : Το μικρότερο παιδί της οικογένειας
Σκουντός : κακόμοιρος
Σουργκούν : κατώτερος άνθρωπος
Σιάλτς : Πολύ αλμυρό.
Σκιόριμα : Άσχημος άνθρωπος
Σφαϊό : έντονος πόνος στην κοιλιά
Σκανιάζου : Στεναχωριέμαι
Σουρλουτό: Αυτό που έχει σχήμα αυγού
Σιλντές : Στρώμα κρεββατιού
Σκλίδα : μούσκεμα
Σουγκάρ : Το μικρότερο παιδί της οικογένειας
Σκουντός : κακόμοιρος
Σουργκούν : κατώτερος άνθρωπος
Σούκαλο : Πρόσωπο
Συντρόφ : βρακί!
Τ.....
Ταχιά : αύριο
Τζιουτζβές : μπρίκι
Τζούκα : κοιλιά
Τικνίζου : Ταιριάζω
Τούμπανους : Πρησμένο πολύ
Τσάκια : Οι όρχεις
Τσούρα : το ανδρικό μόριο
Τσιόκους : μικρό σφυρί
Τσιούγκους : αδέξιους - αυτός που δεν πιάνουν τα χέρια του
Τζούκα : κοιλιά
Τικνίζου : Ταιριάζω
Τούμπανους : Πρησμένο πολύ
Τσάκια : Οι όρχεις
Τσούρα : το ανδρικό μόριο
Τσιόκους : μικρό σφυρί
Τσιούγκους : αδέξιους - αυτός που δεν πιάνουν τα χέρια του
Τουλούμι : ασκί
από δέρμα
Τριχιά : χοντρό
σχοινί
Τσιμπέρ : κεφαλομάντηλο
Τσαράπια : μάλλινες κάλτσες
Τραΐ : ο τράγος
Ταζέδκου : το φρέσκο
Τσιουκλητάρα :
Τσαλαπετεινός
Τραπέτς : το πολύ ξυνό
Τσιούτσιαλου : το πολύ μικρό
Τριούρ : γύρω γύρω
Τσάκνα : ψιλά ξερά κλαδιά
Τσιακμάκ'ι : Αναπτήρας
Τραφώθκα : Καταλερώθηκα
Τυφλαμάρα : στραβωμάρα
Τσάκνα : ψιλά ξερά κλαδιά
Τσιακμάκ'ι : Αναπτήρας
Τραφώθκα : Καταλερώθηκα
Τυφλαμάρα : στραβωμάρα
Φ.....
Φιλεύω : κερνάω στό σπίτι
Φασούλια : φασόλια
Φουκάλ : σκούπα
Φουρτουσιάρα : ξύλινο σκεύος γιά μεταφορά νερού
Φαγουλάτα : φαγώσιμα
Φακιόλ :
κεφαλομάντηλο
Φούρκα : διχαλωτό ξύλο
Φτσέλα : ξύλινο σκεύο νερού,μικρού μεγέθους
Φαμπλιά : οικογένεια
Φλάμπουρου : Ξύλινο κοντάρι σε γάμο,στολισμένο με φρούτα και λουλούδια
Φουλτάκ(ι) : Φουσκάλα από κάψιμο ή από χειρωνακτική εργασία
φρίξ : τρομάρα
Φουρκή : Το άνοιγμα μεταξύ αντίχειρα και δεκίτη
Φαμπλιά : οικογένεια
Φλάμπουρου : Ξύλινο κοντάρι σε γάμο,στολισμένο με φρούτα και λουλούδια
Φουλτάκ(ι) : Φουσκάλα από κάψιμο ή από χειρωνακτική εργασία
φρίξ : τρομάρα
Φουρκή : Το άνοιγμα μεταξύ αντίχειρα και δεκίτη
Χ....
Χαλεύω : Ζητώ
Χαλεύω : Ζητώ
Χαϊρι : προκοπή
χαϊμαλί : φυλαχτό
Χάχας : αυτός πού γελάει άσκοπα
Χούι : άσχημη συνήθεια
Χνέρ : μεγάλη ζημιά
Χνούδαλου : μικρό παιδί
Χλιάρι : κουτάλι
Χαστρέδκους : αυτός πού ποθεί κάτι
Χαζίρκους : πανέτοιμος
Χαψιά : μπουκιά
Χαντακουμένου : Καϋμένου
Χαλές : αποχωρητήριο
Χαταλής : αυτός που παθαίνει συνέχεια ζημιές
Χρήστος Ζτάλιος
Χαντακουμένου : Καϋμένου
Χαλές : αποχωρητήριο
Χαταλής : αυτός που παθαίνει συνέχεια ζημιές
Χρήστος Ζτάλιος
Να συμπληρώσω μερικές που θυμήθηκα:
ΑπάντησηΔιαγραφήΓκόλιαβος: γυμνός
Κορδάλα: υπαίθριο μαντρί με ξύλινο φράχτη
Λουν: ιλύς, λάσπη που φέρνει η βροχή
Ξεμπλέτσωτος: ξεμπράτσωτος, με ανοιχτό το πουκάμισο
Παπαδίτσες: ποπ-κορν
Γιώργος Φειδίας
!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΖκούραβο : σκουριασμένο
ΑπάντησηΔιαγραφήΤόκα : χειραψία
Αρχότ : δροσιά
θαρρουμ : μήπως
κλούτσα : βελόνα πλεξίματος
κτσιούν : γουρούνι
πεπτσακους-το στομαχι της κοτας.....σκιαχκα-τρομαξα
ΑπάντησηΔιαγραφήμπράβο Χρηστο υπεροχο Δ.Μαρκοπουλος
ΑπάντησηΔιαγραφήΣουγκάρια ήταν τα μικρά κατσικάκια μια λέξη που χρησιμοποιούσε ο πατέρας μου, βάλε το καρδάρι τα πίπκα έλεγε επίσης ,νόμιζα ήταν ΒΛΑΧΙΚΗ ΛΕΞΗ ,ο πατέρας μου Τζιουμακης Δημήτρης μου έλεγε πάντα ότι παππούς του ΤΖΙΟΥΜΑΚΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ήταν από το Ζάλοβο, ο ίδιος γεννήθηκε στη ΒΛΑΣΤΗ από τον Χρήστο ΤΖΙΟΥΜΑΚΗ, ψάχνοντας ανακάλυψα ότι ''Ζάλοβο'' είναι η παλαιά ονομασία του Τρίκωμου, στο λεξιλόγιο που έχετε παραθέσει ποιο πάνω βλέπω πολλές λέξεις που χρησιμοποιούσε ο πατέρας μου και έτσι επιβεβαιώνεται η καταγωγή μου από το Ζάλοβο από τη μεριά του παππού μου ο οποίος γεννήθηκε το 1893 πιθανόν στο Ζάλοβο. Εγώ λέγομαι Τζιουμάκης Άνθιμος, επίσης ξέρω ότι ο παππούς μου είχε το παρατσούκλι ΄΄Γκουλίτσας΄΄ και ζούσε στη Βλάστη Κοζάνης και στο Βόλο και είχε 7 αδέρφια, ίσως το επίθετο ΤΖΙΟΥΜΑΚΗΣ να είναι γνωστό στο ΤΡΙΚΩΜΟ ίσως όχι , αν κάποιος από το ΤΡΙΚΩΜΟ το γνωρίζει ας μου απαντήσει αν θέλει, ευχαριστώ πολύ εκ των προτέρων.
ΑπάντησηΔιαγραφή