.

.

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012

Το ποτάμι μας, γράφει ο Χρ. Ζτάλιος.


                        ΤΟ  ΠΟΤΑΜΙ  ΜΑΣ (μνήμες από Ζάλοβο)

   Η πρώτη μου γνωριμία μαζί του έγινε όταν ήμουν έξη ή επτά χρονών·αφού τότε πραγματοποιήθηκε η επιθυμία μου να με πάρουν κι εμένα μαζί τους οι γονείς μου, στο καθιερωμένο ετήσιο πλύσιμο των κλινοσκεπασμάτων που γινόταν τους θερινούς μήνες στο ποτάμι. Έτσι λοιπόν αφού ένα πρωϊνό φορτώθηκαν όλα τα απαραίτητα: Μεγάλο καζάνι ,κόπανος καί όλα τά άπλυτα ξεκινήσαμε γιά τον κάμπο τον Μέγα όπου υπήρχε η καλύβα του Ποράβα την οποία χρησιμοποιούσαμε καί εμείς λόγω συγγένειας. Εκεί όμως είχαμε καί δύο αμπέλια στά οποία θά αποσχολούνταν ο πατέρας μου μέχρι να τελειώσει το πλύσιμο η μάννα μου.

  Φθάνοντας λοιπόν στον προορισμό μας εγώ έμεινα έκθαμβος απ΄αυτό που αντίκρυσα, πρώτη φορά έβλεπα τόση μεγάλη ποσότητα νερού να τρέχει τόσο ορμητικά καί με τόση βοή. Θυμάμαι ότι εκείνη την ημέρα έφτιαχνα βαρκούλες από τις φλούδες των πεύκων που ήταν διάσπαρτες εκεί καί ότι είχα γίνει μούσκεμα από το πρώτο μισάωρο παρ΄όλες τις φωνές της μάννας μου να προσέχω. Θυμάμαι επίσης ότι ο χαρακτηριστικός ήχος του κόπανου όταν η μάννα μου χτυπούσε αυτά που έπλενε, κάλυπτε την βοή του ποταμού, η δε γύρω περιοχή είχε γίνει ένα πολύχρωμο μωσαϊκό από το άπλωμα των κλινοσκεπασμάτων καί ρούχων έπάνω στούς θάμνους. Γυρίσαμε στο χωριό αργά το απόγευμα, αφού είχε πραγματοποιηθεί τό πλύσιμο  μέ  τό μόνο απορρυπαντικό τότε τήν κασταλαή(σταχτόνερο). Ενώ εγώ ενθουσιασμένος δεν παρέλειψα να περιγράψω τις εντυπώσεις μου στα παιδιά του χωριού.

  Αργότερα πηγαίνοντας στο σχολείο έμαθα στο μάθημα της Γεωγραφίας ότι το ονομά του είναι Βενέτικος, πηγάζει από τον Σμόλικα, κατευθύνεται ανατολικά καί ότι είναι παραπόταμος του Αλιάκμονα. Ο Βενέτικος λοιπόν όπως τα περισσότερα ποτάμια είναι διπρόσωπος· στις αρχές του χειμώνα καί μετά από έντονες βροχοπτώσεις παίρνει το χρώμα του φραπέ, μεγαλώνει σε πλάτος , ασχημαίνει, γίνεται πιό θορυβώδης καί βιάζεται να υποταχθεί στον Αλιάκμονα. Το καλοκαίρι είναι πιό όμορφος, το χρώμα του είναι γαλαζοπράσινο,είναι πιό αδύνατος, πιό ήρεμος, καί πιό τεμπέλης.

  Αν θελήσουμε να περιγράψουμε την Ζαλοβίτικη διαδρομή του Βενέτικου θα ξεκινήσουμε από το Πιξάρ που είναι ένας βερός λίγο πιό πάνω από την γέφυρα του Μοναχιτίου. Κατεβαίνοντας πρός τα κάτω μετά από μερικές στροφές φτάνει κάτω από την Φτέρη,όπου ο παλιός γραμματέας Φώτης Βαβίτσας τοποθετούσε το κοφίνι του· συνεχίζοντας πάλι μετά από μερικές στροφές φτάνει στην κοκκινόπετρα καί αμέσως μετά στο χαλασμένο γεφύρι, λίγα μέτρα παρακάτω στρίβει, καί εκεί σχηματίζεται μακράν ο καλύτερος καί μεγαλύτερος βερός το κλώσμα με τον φούρνο του (εκεί το νερό εισχωρεί κάτω από τα βράχια καί δημιουργεί ένα είδος υποτιθέμενου φούρνου). Ο φούρνος που στοίχειωνε στα παιδικά μου όνειρα γιατί μικρός τότε ένοιωθα δέος και δεν τολμούσα να κολυμπήσω εκεί. Σήμερα όμως αντικρύζοντας το μέρος μου φαίνεται παιχνιδάκι το κολύμπι εκεί · βέβαια σ΄αυτό έχει συντελέσει η ενασχόληση μου με το ψαροτούφεκο στην θάλασσα όπου σε ένα ημερήσιο κολυμπητό ψάρεμα, οι αποστάσεις που καλύπτονται είναι το λιγότερο δύο χιλιόμετρα, τα δε βάθη πού πραγματοποιείται η υποβρύχια δραστηριότητα πολλές φορές ξεπερνάνε τα δέκα μέτρα. Στον ίδιο βερό βρίσκεται καί η μίτκα ένα μέρος ιδανικό γιά βουτιές όπου το βάθος τότε ήταν γύρω στα τρισήμισι μέτρα,καί εκεί κάναμε διαγωνισμό στις βουτιές καί το πειστήριο ήταν η άμμος που φέρναμε στήν επιφάνεια,απόδειξη ότι όντως φθάναμε στον βυθό,με κίνδυνο να πάθουμε ρήξη τυμπάνου λόγω άγνοιας εξίσωσης στις ευσταχιανές σάλπιγγες του αυτιού. Aπό εκεί το ποτάμι προχωράει καί φτάνει στην Κυλαρίτσα αφού έχει ανοίξει στα δύο σχηματίζοντας μία νησίδα στην μέση καί έχοντας αριστερά τον βερό της Σίμηνας (κατ΄άλλους Θανασούλαινας), δεξιά είναι η άνω Κυλαρίτσα καί αμέσως μετά ενώνεται σχηματίζοντας την καλύτερη σουρβάλα γιά σουλπί. Εδώ υπάρχει ένας χείμαρος που λέγεται ο λάκκος τού Αργύρη ο οποίος καί εκβάλει τα νερά του στο ποτάμι καί σ΄αυτόν τον λάκκο μαζεύονται τα ψάρια τέλη Απριλίου γιά την ετήσια ωοτοκία. Συνεχίζοντας πιό κάτω συναντάμε τον βερό του Νίκα ίσως το πιό βαθύ σημείο του ποταμού καί μετά από δύο στροφές φτάνουμε στο γεφύρι Καγκέλια, ένα μέρος από τα ομορφότερα της διαδρομής. Πιό κάτω φθάνουμε στο σεντούκι, το οποίο είναι ένας βράχος στην μέση του ποταμού σε παραλληλόγραμο σχήμα καί το οποίο μπορεί νά ξενερίζει όταν η στάθμη του νερού κατεβαίνει, μέρος κατάλληλο γιά κολύμπι. Ακουλουθεί η Δέσση, ένα μέρος όπου το νερό απλώνεται, το ποτάμι ρηχαίνει καί μπορεί να περάσει αγροτικό αυτοκίνητο τους καλοκαιρινούς μήνες. Πιό κάτω μετά από μία στροφή είναι ο δεύτερος καλύτερος βερός για κολύμπι ο Τιτιός, ο οποίος στην μία όχθη του έχει βράχια καί στην αλλη αμμουδιά με ιτιές. Ακουλουθεί μία σουρβάλα καί φθάνουμε στον παλιό μύλο του Νούλα, μέρος ιδανικό γιά ψάρεμα. Απ΄ εκεί καί κάτω το μέρος δεν είναι τόσο προσβάσιμο. Πιό κάτω συναντούμε τον βερό του παπαμκόλα καί μετά τις ράσσες, μέρος ιδανικό πάλι γιά την ωοτοκία των ψαριών στόν λάκκο πού εκβάλλει τα νερά του στο ποτάμι. Εδώ ο Στέργιος ο Ζτάλιος πρίν φύγει γιά την Αυστραλία είχε το περίφημο μοτόρ καί αντλούσε νερό από το ποτάμι γιά πότισμα. Πιό κάτω είναι ο βερός του Μπισλιάκου· και ακουλουθεί το μέρος που λέγεται κάμπος Μέγας, με τον βερό του Στάνα καί μετά από μία στροφή φτάνουμε στο Περίφημο γεφύρι του Αζίζ Αγά σύμβολο αναφοράς γιά το Τρίκωμο. Αμέσως μετά ο Τσαρτσαλάκκος ένα μέρος όπου φημολογείται ότι υπάρχουν ρουφήχτρες, επειδή πνίγηκε παλιά κάποιος μάστορας που εργαζόταν στο Κοσμάτι, όταν επιχείρησε να κολυμπήσει εκεί (Το πιθανότερο είναι ότι κολύμπησε αμέσως μετά το φαγητό),ακολουθεί ο βερός της κόχης καί μετά ο Μύλος του Ψάργια, ένα μέρος απαράμιλλης ομορφιάς. Παρακάτω από τον μύλο είναι ο βερός του Βάϊου καί τελευταίος βερός τής διαδρομής είναι ο βερός στο Κλούρ, αφού μετά μάλλον το ποτάμι ανήκει στο Κοσμάτι.

   Οι χείμαροι (Λάκκοι) που τροφοδοτούν το ποτάμι κατά την Ζαλοβίτικη διαδρομή είναι ο λάκκος του Τσιάχ που χύνεται πριν την κακκινόπετρα, ο λάκκος της Μάζωνας, ο λάκκος τ΄Αργύρη, ο βαθύλακκος ανάμεσα από Μπλόσνα καί κορυφή Αη Θόδωρου πού χύνεται στα Καγκέλια. Ακουλουθεί ο λάκκος της Λάκκαρης καί του Ποσκόπ που περνάει από τον Τιτιό, όπως επίσης καί αυτός από τις Μηλιές πού ενώνεται με τον λάκκο της Αβραΐας καί τον άλλο δεξιά από το Τσουκαλάρ που ενωμένοι χύνονται πιό πάνω από την Δέσση του Νούλα. Ακολουθεί ένας άλλος που χύνεται μεταξύ μύλου Νούλα καί μάρμαρα τ΄ Παπαμκόλα, ύστερα είναιό λάκκος το Μχού που καταλήγει στην Δέσση του Νούλα. Από απέναντι είναι ο λάκκος του Ματσούκα που χύνεται καί αυτός στην Δέσση του Νούλα. Ο λάκκος στις ράσσες που μέχρι την Αγία Παρασκευή αποτελεί φυσικό όριο μεταξύ Τρικώμου Κηπουργιού (στα λιβάδια του Πλήκα), ακουλουθεί ο λακκοπλένης που ενώνεται με τον λάκκο τ΄Ρούσσ' καί χύνεται στον κάμπο Μέγα. Προτελευταίος είναι ο λάκκος αριστερά της Κόχης που χύνεται πριν την Δέσση του Ψάργια καί τέλος ο λάκκος τού Ζηκουτάλα που αποτελεί φυσικό όριο μεταξύ Τρικώμου Κοσματίου.

   Οιαναμνήσεις μου σχετικά με το ποτάμι πάρα πολλές. Το ποτάμι παλιά ήταν πάρα πολύ καθαρό καί όταν διψούσαμε πίναμε νερό απ΄αυτό χωρίς φόβο,κάτι που δεν γίνεται σήμερα λόγω της μόλυνσης που έχει υποστεί. Εκεί μάθαμε τα περισσότερα παιδιά κολύμπι θέλαμε δεν θέλαμε αφού οι πιό μεγάλοι πάντα μας πετούσαν στα βαθειά. Θυμάμαι ότι οι μαννάδες μας δεν μας άφηναν να πάμε γιά μπάνιο φοβούμενες κάποιο πνιγμό καί πάντα υπήρχαν τα σχετικά μαλλώματα.

   -<<Θa πάου στοy πουτάμ γιά μπάνιου, μαζί μi τ΄άλλα τa πιδιά!>>.

   -<<Όχ(ι) πιδίμ΄μην πaς, είσι μκρός, οi αλλ΄είνι τρανοί!!!>>.

   -<<Όχ(ι) μa ! Iγώ θa πάου!!>>.

   -<<Δeν θa ρθεi ου πατέρας του βράδ, θα τα πω όλα>>.

     Εμείς φεύγαμε καί αυτές ακόμη φώναζαν καί μάλιστα τότε ακούστηκε καί το καταπληκτικό:--        -<<Μη πας ! Γύρνα πίσου! Άμα πνιχτείς να μη γυρίςσ'σπίτ!>>.

   Φώναζαν τότε οι μάννες μας, αλλά δεν τις πολυφοβόμασταν όπως φοβόμασταν τους πατεράδες μας, καί τις περισσότερες φορές αυτές μας κάλυπταν κιόλας. Η έγνοια τους όμως μέχρι να γυρίσουμε πίσω ήταν μεγάλη.

   Το πιό αγαπημένο μέρος γιά μπάνιο ήταν το κλώσμα, στο οποίο φθάναμε σε δώδεκα λεπτά. Γιά τον γυρισμό όμως κάναμε περίπου διόμισυ ώρες. Οι ανηφόρες πολλές καί δύσκολες, χώρια που έπρεπε να αποφεύγουμε τις πέτρες που κυλούσαν επίτηδες οι προπορεύομενοι στον γκρεμό που ανεβαίναμε πάνω από το ποτάμι. Κάναμε σίγουρα καί δύο στάσεις,  μία στα κηπάδια του Καλβάρη γιά καμιά ντομάτα καί κανένα αγγουράκι καί η άλλη στην βρύση γιά νερό, συν τα απρόοπτα γκουστερίτσες ή φίδια.

   Το άλλο αγαπημένο μας χόμπυ ήταν το ψάρεμα. Οι τρόποι ψαρέματος ήταν πάρα πολλοί: με τα χέρια κάτω από τις πλάκες όπου έχουν βγεί μέχρι καί νερόφιδα, αγγίστρι, πεταλούδα, γρίπος (στήσιμο ή τράβηγμα). Το καλύτερο όμως ψάρεμα ήταν μέ καμάκι που γινόταν τις αυγουστιάτικες νύχτες  με την βοήθεια του Λούξ κατα μήκος του Ποταμιού.Το ποτάμι έχει πέσει θύμα των απογορευμένων ειδών ψαρέματος, παλιά του Δυναμίτη καί τώρα το ψαροτούφεκου.(Το Ψαροτούφεκο πάντα απογορευόταν στα ποτάμια πανελλαδικά)

   Τα είδη ψαριών που υπήρχαν τότε στο ποτάμι ήταν :Μπριάνες, Κεφάλια καί Συρτάρια καί κάπου κάπου κάποια πέστροφα, μάλιστα πιάστηκε πέστροφα ρεκόρ γιά τό ποτάμι μας από τόν Βασίλη Βαβίτσα τού Τρύφωνα ο οποίος οπως μου είχε διηγηθεί ότι το μέγεθός της ήταν <<σάν μκρό πιδούλ>>

   Το ποτάμι μας πρόσφερε πολλά στο Ζάλοβο. Πρώτο απ΄όλα τα φρέσκα ψάρια του καί ειδικά τις νόστιμες Μπριάνες του. Απ΄εκεί έχει μεταφερθεί όλη η άμμος που χρειάστηκε γιά το κτίσιμο των σπιτιών καί μάλιστα με μουλάρια. Το ποτάμι μας παλιά χάριζε την κινητήριο δύναμη στους τρείς νερόμυλους που υπήρχαν καί στους οποίους οι Ζαλοβίτες πήγαιναν να αλλέσουν τα γεννήματά τους καί να δώσουν στις βελέντζες τους την τελική μορφή ρίχνοντάς  τες στην Ντριστέλα του κάθε νερόμυλου. Εγώ προσωπικά πρόλαβα μόνο τον μύλο του Ψάργια τον οποίο καί επισκέφθηκα μικρός.

                                                                                                                 Χρήστος Ζτάλιος

   Υ.Γ. Η λεπτομερής περιγραφή των χειμάρων του ποταμιού μας ανήκει στον Απόστολο Αποστολίδη (Τόλιο), που θυμάται τα πάντα σχετικά με το Ζάλοβο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου