ΓΑΝΩΤΗΣ Ή
ΓΑΛΑΝΤΖΗΣ
(Μνήμες από Ζάλοβο)
Γανωτής =
Τεχνίτης που επικαλύπτει τα χάλκινα σκεύη με κασσίτερο. Η λέξη προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό ρήμα γανόω που σημαίνει
δίνω λάμψη.
Το επάγγελμα τού Γαλαντζή είναι από τα πιο παλιά που υπάρχουν λένε ότι καθιερώθηκε από την εποχή τού Βυζαντίου και ήταν χρήσιμο γιατί έσωζε τους ανθρώπους από δηλητηριάσεις που προκαλούσαν τα αγάνωτα χάλκινα (μπακιρένια) σκεύη. Έτσι λοιπόν όλα αυτά χρειάζονταν γάνωμα και ήταν τα τηγάνια, ταψιά, ταβάδες, μπρίκια, κουτάλια, πιρούνια, κατσαρόλες, κακαβούλια, καζάνια.
Οι Γαλαντζήδες ήταν πλανόδιοι τεχνίτες που γύριζαν τα χωριά φωνάζοντας << Γαλαντζήης μπακίρια
γανώνωω!! Γαλαντζήης τηγάνια, ταβάδες, χλιάρια, πηρούνια, κακαβούλια, καζάνια, γανώνωω! Γαλαντζήής!>>Το επάγγελμα τού Γαλαντζή είναι από τα πιο παλιά που υπάρχουν λένε ότι καθιερώθηκε από την εποχή τού Βυζαντίου και ήταν χρήσιμο γιατί έσωζε τους ανθρώπους από δηλητηριάσεις που προκαλούσαν τα αγάνωτα χάλκινα (μπακιρένια) σκεύη. Έτσι λοιπόν όλα αυτά χρειάζονταν γάνωμα και ήταν τα τηγάνια, ταψιά, ταβάδες, μπρίκια, κουτάλια, πιρούνια, κατσαρόλες, κακαβούλια, καζάνια.
Θυμάμαι μικρός ότι η άφιξη τους ήταν μεγάλο γεγονός για εμάς τα παιδιά και τρέχαμε να τους δούμε από κοντά. Αυτοί αφού γύριζαν όλο το χωριό, εγκαθίστανταν συνήθως πίσω απ΄ το καμπαναριό. Εκεί στήνανε το εργαστήριο τους με τα απαραίτητα εργαλεία και υλικά τα οποία ήταν το καλάι (Κασσίτερος), το σπίρτο (Υδροχλωρικό οξύ), το αμόνι, την μασιά με την οποία θα κρατούσαν τα σκεύη πάνω απ΄την φωτιά και τον ταβά που έριχναν μέσα ότι περίσευε απ΄το καλάι.
Αφού συγκέντρωναν όλα τα μπακιρένια σκεύη άρχιζαν την δουλειά τους. Πρώτα αφαιρούσαν σκουριές και πρασινίλες από το εσωτερικό των σκευών, κατόπιν τα καθαρίζανε με το σπίρτο και ύστερα τα τρίβανε με άμμο ή τριμμένο κεραμίδι· στά καζάνια μπαίνανε μέσα καί τα έτριβαν με τα πόδια. Μετά με την βοήθεια της μασιάς κρατούσαν το σκεύος πάνω από την φωτιά καί έριχναν μέσα το νησαντήρ (χλωριούχο αμμώνιο) γιά να στρώσει καλά το καλάι πάνω στο σκεύος. 'Υστερα αφού το σκούπιζαν καλά απλώνανε το καλάι καί σκούπιζαν πάντα με βαμβακερό ύφασμα. Το τελικό χέρι ήταν γιάλισμα με καθαρό βαμβάκι γιά να ασημίσει.
Η πολύ δουλειά των Γαλαντζήδων ήταν πάντα πριν τις γιορτές, αφού τότε οι νοικοκυρές φρόντιζαν να λαμποκοπάνε τα σκεύη τους περισσότερο γιά λόγους υγιεινής.
Τά χρόνια πέρασαν, βγήκαν αλουμινένια καί αργότερα ανοξείδωτα σκεύη, έτσι τα μπακιρένια έγιναν είδος γιά λαϊκό μουσείο. Ακόμη καί σήμερα όμως αρκετά σπίτια έχουν μπακιρένια σκεύη όχι όμως γιά μαγείρεμα αλλά γιά διακόσμηση καί τοποθετούνται σε εμφανή μέρη του σπιτιού, γιαλισμένα με μπόλικο Brasso.
Έτσι λοιπόν με το πέρασμα του χρόνου χάθηκε καί αυτό το παραδοσιακό επάγγελμα. Στο Ζάλοβο δέν είχαμε Γαλαντζήδες, όμως το Ριάχοβο δίπλα είχε τον Τάκη Αντωνιάδη καί το Παλιοχώρι (Σταυρός) κάποιον Παπαιωάννου.
Χρήστος Ζτάλιος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου